Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Το έθιμο των Καλάντων, Κάλαντα Μακεδονίας

Τὰ Κάλαντα εἶναι ἔθιμο ποὺ διατηρεῖται ἀμείωτο ἀκόμα καὶ σήμερα μὲ τὰ παιδιὰ νὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι σὲ ζεύγη καὶ περισσότερα καὶ νὰ τραγουδοῦν τὰ κάλαντα συνοδεύοντας τὸ τραγούδι τους μὲ τὸ τρίγωνο ἀκόμα καὶ κιθάρες, ἀκορντεόν, λύρες, φυσαρμόνικες. Τὰ παιδιὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, χτυποῦν τὴν πόρτα καὶ ρωτοῦν: «Νὰ τὰ ποῦμε;». Ἂν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν νοικοκύρη τὴν νοικοκυρὰ εἶναι θετική, τότε τραγουδοῦν τὰ κάλαντα γιὰ μερικὰ λεπτὰ τελειώνοντας μὲ τὴν εὐχὴ «Καὶ τοῦ Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ὁ νοικοκύρης τὰ ἀνταμοίβει μὲ κάποιο χρηματικὸ ποσό, ἐνῶ παλιότερά τους πρόσφερε μελομακάρονα ἢ κουραμπιέδες. Κάλαντα λέγονται τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, τῆς Πρωτοχρονιᾶς καὶ τῶν Φώτων καὶ εἶναι διαφορετικὰ γιὰ κάθε γιορτή.

Ἡ λέξη κάλαντα προέρχεται ἀπὸ τὴ λατινικὴ «calenda», ποὺ σημαίνει ἀρχὴ τοῦ μήνα. Πιστεύεται ὅτι ἡ ἱστορία τους προχωρεῖ πολὺ βαθιὰ στὸ παρελθὸν καὶ συνδέεται μὲ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Βρῆκαν, μάλιστα, ἀρχαία γραπτὰ κομμάτια παρόμοια μὲ τὰ σημερινὰ κάλαντα (Εἰρεσιώνη στὴν ἀρχαιότητα). Τὰ παιδιὰ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης κρατοῦσαν ὁμοίωμα καραβιοῦ ποὺ παρίστανε τὸν ἐρχομὸ τοῦ θεοῦ Διόνυσου. Ἄλλοτε κρατοῦσαν κλαδὶ ἐλιᾶς ἢ δάφνης, στὸ ὁποῖο κρεμοῦσαν κόκκινες καὶ ἄσπρες κλωστές. Στὶς κλωστὲς ἔδεναν τὶς προσφορὲς τῶν νοικοκύρηδων.
Τὸ τραγούδι τῆς Εἰρεσιώνης τῆς ἐποχῆς τοῦ Ὁμήρου, τὸ ἀπαντᾶμε σήμερα μὲ μικρὲς παραλλαγὲς στὰ κάλαντα τῆς Θράκης:
«Στο σπίτι ἐτοῦτο ποὔρθαμε τοῦ πλουσιονοικοκύρη 
ν᾿ ἀνοίξουνε οἱ πόρτες του νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος μέσα 
νὰ μπεῖ ὁ πλοῦτος κι ἡ χαρὰ κι ἡ ποθητὴ εἰρήνη 
καὶ νὰ γεμίσουν τὰ σταμνιὰ μέλι, κρασὶ καὶ λάδι 
κι ἡ σκάφη τοῦ ζυμώματος μὲ φουσκωτὸ ζυμάρι».




Χριστούγεννα, Πρωτούγιννα, τώρα Χριστός γιννιέτι
γιννιέτι κι βαφτίζιτι στους ουρανούς απάνου
όλοι οι αγγέλοι χαίρουντι κι όλοι δοξολογιούντι
κι τα δαιμόνια σκάζουνι, και σκάζουν και πλαντάζουν 
τα σίδερα ταράζουν.

Σι τούτ΄ το σπίτι που ΄ρθαμι, μι μάρμαρου στρωμένου,
εδώ ‘χουν κόρ' για παντρειά, κόρη για αρρεβώνα.
Της τάζουν γιο του βασιλιά, της τάζουν γιο του ρήγα.
Δεν θέλει γιο του βασιλιά, δεν θέλει γιο του ρήγα
Μον θέλει τα’ αρχοντόπουλο, που πιρπατεί καβάλα.

Σι τούτ’ το σπίτι που ΄ρθαμι πέτρα να μην ραγίσει
κι ου νοικοκύρης του σπιτιού χρόνους πολλούς να ζήσει.

Και εις έτη πολλά!


Δεν υπάρχουν σχόλια: