Πέμπτη 24 Μαΐου 2018

Ο φωτογράφος της Μεσορόπης, Γιώργος Ευστρατίου ή Μπαμπέζος

Γιώργος Ευστρατίου ή Μπαμπέζος, ο φωτογράφος του χωριού μας…
Ζούμε στην εποχή της ψηφιακής φωτογραφίας και των σέλφις. Οποιαδήποτε στιγμή μας αρέσει την απαθανατίζουμε είτε συνειδητά είτε από συνήθεια. Είμαστε όλοι μας εν δυνάμει « ερασιτέχνες φωτογράφοι», άλλοι περισσότερο  κι άλλοι λιγότερο επιτυχημένοι. Βέβαια αυτό δε μας στερεί το δικαίωμα να κλέβουμε λίγη από τη δόξα των πραγματικών φωτογράφων. Έτσι κι αλλιώς η θέαση και η αιχμαλώτιση της στιγμής είναι καθαρά υποκειμενικό στοιχείο. Το πιο σημαντικό, φυσικά, είναι πως όλα αυτά είναι δωρεάν και το μόνο που χρειάζεται είναι να βρεθούμε την κατάλληλη ώρα στο κατάλληλο μέρος, έστω  και κυρίως τυχαία, και απλά, να βγάλουμε το κινητό από την τσέπη και να πατήσουμε το κλικ. Κι αν η φωτογραφία  δε μας αρέσει, δε χάθηκε κι ο κόσμος υπάρχει και το κουμπί της διαγραφής και πάμε για την επόμενη.
 Όλα αυτά μέχρι πριν μια δεκαετία δεν ίσχυαν. Όποιος ήθελε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, έστω και πειραματικά, έπρεπε να δαπανήσει από τη μια, αρκετά χρήματα σε εξοπλισμό και σε αναλώσιμα υλικά και από την άλλη, άπειρες ώρες αφιερωμένες σε πειραματισμούς και βόλτες για να πετύχει το κατάλληλο πλάνο. Αλλά πάνω απ’ όλα να τρέφει αγάπη για τη φωτογραφία.
Εμείς εδώ στη Μεσορόπη είχαμε την τύχη να κινείται ανάμεσά μας ο δικός μας προσωπικός φωτογράφος. Ο λόγος για το Γιώργο Ευστρατίου, γνωστό σε όλους ως Μπαμπέζο. Άνθρωπος με πολλή αγάπη γι’ αυτό που έκανε και μπόλικη «τρέλα» για να μπορεί να το υποστηρίζει. Ήταν πανταχού παρόν σε όλες τις σημαντικές και ασήμαντες στιγμές του χωριού. Σχολικές γιορτές, παρελάσεις, εκκλησιαστικές γιορτές, έθιμα, στιγμές της καθημερινής ζωής, επαγγέλματα και απόψεις του χωριού είναι μόνο μερικά από τα θέματα της συλλογής του. Με τη φωτογραφική του μηχανή ανά χείρας απαθανάτιζε τα πάντα και τους πάντες, χωρίς να φείδεται κόπου και χρημάτων. Το εντυπωσιακό μάλιστα είναι ότι  δεν ήταν μόνιμος κάτοικος της Μεσορόπης. Μετά εμφάνιζε τις φωτογραφίες κι άλλοτε τις χάριζε απλόχερα κι άλλοτε τις προσέφερε έναντι μικρού αντιτίμου, για να μπορεί να στηρίζει το αγαπημένο του χόμπι. Κανείς δεν μπορούσε να αρνηθεί τη πόζα, όταν με το αφοπλιστικό χαμόγελό του και προταγμένο το φακό του του έκανε την πρόταση να γίνει το μοντέλο του. Πολλές φορές, μάλιστα οι ανυποψίαστοι «ήρωες» του φωτογραφικού του κόσμου  αντιλαμβάνονταν τη συμμετοχή τους, τότε μόνο,  όταν τους έφερνε τυπωμένη τη φωτογραφία με το πρόσωπό τους. Είχε κερδίσει με το σπαθί του τον τίτλο του φωτογράφου του χωριού. Ακόμη και σήμερα για όσους ασχολούνται με τη φωτογράφιση στο χωριό είναι χαρακτηριστική η εξής φράση: «Άντε ένας ο Μπαμπέζος κι ένας εσύ…»
Αν κανείς μελετήσει τις φωτογραφίες του θα καταλάβει ότι κάθε πτυχή της ζωής ενός τόπου μπορεί να αποτελέσει ερέθισμα για απαθανάτιση. Προπάντων, θα διαπιστώσει πόσο έχει αλλάξει το χωριό και πόσος κόσμος έχει φύγει. Μια γλυκιά νοσταλγία πλημμυρίζει, όποιον έχει την τύχη να κρατήσει λίγο στα χέρια του και να παρατηρήσει τις διάφορες σκηνές της μεσοροπιανής αλλοτινής ζωής. Κι επειδή, όπως είπαμε, η οπτική γωνία του κάθε φωτογράφου είναι εντελώς προσωπική υπόθεση και θέαση των πραγμάτων, γίνεται με αυτό το τρόπο αντιληπτός ο χαρακτήρας και ο έρωτας αυτού του ανθρώπου για το χωριό του, την Μεσορόπη. Τον τόπο καταγωγής του, τον οποίο κάθε φορά που τον επισκεπτόταν έπαιρνε ζωή και έμπνευση. Προσωπικά πιστεύω ότι αυτή η αγάπη  για το χωριό και η θέληση να καταγράψει την ιστορία του ήταν και τα ισχυρότερα του κίνητρα, ώστε να πιάσει στα χέρια του το φωτογραφικό φακό.
Ο Μπαμπέζος δεν είναι πια κοντά μας, έφυγε νωρίς. Ευτυχώς όμως πρόλαβε και κληροδότησε ένα κομμάτι από το αρχείο του στο Σύλλογο Μεσοροπιανών της Θεσσαλονίκης. Όλη η νεότερη ιστορία του χωριού μας είναι καταγραμμένη από το φωτογραφικό φακό του ακούραστου εραστή της φωτογραφίας και είμαστε τυχεροί που διασώθηκε. Το κενό που άφησε δυσαναπλήρωτο και οι μνηστήρες πολλοί… διδάξας όμως για μας τους νεότερους, ένας και μοναδικός, ο Γιώργος. Ο τελευταίος μιας εποχής που ζούσε τις στιγμές της και δεν τις παγίδευε μόνο.
Το βίντεο που ακολουθεί είναι αφιερωμένο στη μνήμη του και παρουσιάζει δικές του θεάσεις του αγαπημένου μας χωριού. Ας ρίξουμε κι εμείς μερικές κλεφτές ματιές στο πρόσφατο παρελθόν της Μεσορόπης… Νομίζω ότι κι ο ίδιος θα το χαίρεται από κει ψηλά που βρίσκεται και σίγουρα μας βλέπει…



Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Ο Μάης και ο μικρός παράδεισος της Μεσορόπης


Ο Μάης έχει μυστικά ερμηνεύει ο Παντελής Θαλασσινός και για μένα αυτά τα μυστικά ταυτίζονται με τα μυστικά της φύσης που περιβάλλει τη Μεσορόπη. Ο Μάης είναι ο μήνας που το χωριό στην αγκαλιά του Παγγαίου φορά τα ‘γιορτερά’ του και υποδέχεται κάθε επισκέπτη. Παραδοσιακά η Πρωτομαγιά εγκαινιάζει την εποχή που ο κόσμος ξεκινά να επισκέπτεται το χωριό για να απολαύσει τα φυσικά του κάλλη. Δέντρα, λουλούδια,  νερά αρμονικά πιασμένα χέρι χέρι στο χορό της άνοιξης. Το πράσινο κυριαρχεί σε όλες τις αποχρώσεις του και τα πουλιά στήνουν γιορτή.
                Λόγω της φυσικής θέσης του μαγαζιού μας στο χωριό η επαφή με τον κόσμο είναι δεδομένη και η τάση για φιλοξενία, εγγεγραμμένη στο dna των μεσοροπιανών μας κάνει να προσφέρουμε  εκτός από πληροφορίες και κανένα καφέ ως κέρασμα στους επισκέπτες. Έτσι, γνώρισα την ημέρα της Πρωτομαγιάς και τα τρία κορίτσια από τη Θεσσαλονίκη, τη Δαμιάνα, τη Δάφνη και τη Μαρία. Ενδιαφέρουσα γνωριμία για μένα και ακόμη πιο ενδιαφέρουσα η πληροφορία ότι την επίσκεψή τους την χρωστούν στο συγκεκριμένο μπλογκ. Τα κορίτσια μου έκαναν παρέα και στο τέλος τίμησαν και τα τοπικά προϊόντα που φτιάχνουμε με τα χέρια μας (λικέρ, βαλσαμικό ξίδι, πρωτότυπες μαρμελάδες κ.α.) δηλώνοντας  ξεκάθαρα την ικανοποίηση για την πρωτοτυπία των γεύσεων. Τις ευχαριστώ γι’ αυτό.
                Και επειδή η Πρωτομαγιά είναι η έναρξη της σεζόν για το χωριό, όπως είπαμε, πέντε μέρες αργότερα μια ομάδα 100 ατόμων επισκέφτηκε το χωριό μας, με κίνητρο την ανάβαση στο μονοπάτι για τη Βοσκόβρυση και φυσικά την αγάπη για το φυσικό πλούτο του Παγγαίου. Εμείς με παρότρυνση της Νάντιας, φτιάξαμε μία παρουσίαση των τοπικών προϊόντων μας – άλλος φτιάχνει σπιτικό ψωμί ,άλλος μαρμελάδες, άλλος γλυκά του κουταλιού, άλλος λουκάνικα, άλλος πρωτότυπες ξύλινες τσάντες και εμείς όσα προαναφέρθηκαν. Στήσαμε μια υποδοχή στην είσοδο του χωριού και κεράσαμε τους επισκέπτες μας. Αυτοί το χάρηκαν και το εκτίμησαν και φυσικά μας τίμησαν αγοράζοντας, ό,τι άρεσε στον καθένα.
                Αυτό που μου έκανε εμένα εντύπωση στην επαφή με τον κόσμο είναι η ικανοποίηση και ο ενθουσιασμός για την ομορφιά του χωριού και του βουνού. Αν βλέπατε πώς σπίθιζαν τα μάτια τους, καθώς κατέβαιναν από το βουνό ή από τη βόλτα τους στα σοκάκια του χωριού θα καταλαβαίνατε ότι δεν είναι υπερβολικά αυτά που περιγράφω. Έρχομαι, λοιπόν, να τονίσω την αξία του, που εμείς οι ντόπιοι συνεχώς ξεχνάμε, ίσως επειδή θεωρούμε δεδομένο τον τόπο μας. «Ζείτε  σ’ έναν μικρό παράδεισο, αυτό να το θυμάστε» ήταν τα λόγια κάποιου περαστικού «να αγαπάτε τον τόπο σας και να τον προσέχετε» συμπλήρωσε με χαμόγελο. Κάπου εκεί εγώ κούνησα το κεφάλι μου και σκέφτηκα πόσο δίκιο είχε. Οφείλουμε να αγαπάμε και να προσέχουμε τον τόπο μας, επαναλαμβάνω. Σε μας ντόπιους αναφέρομαι τώρα. Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα πάτε να πετάξετε ένα σκουπίδι στο ρέμα ή να κόψετε ένα δέντρο, που δεν είναι ξερό σκεφτείτε το διπλά. Ο μικρός μας παράδεισος για να συνεχίσει να υπάρχει, χρειάζεται την προσοχή και το ενδιαφέρον όλων μας. Με αγάπη Μαρία...