Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2009

Ένα ταξίδι στον ίδιο μου τον τόπο




ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΜΟΥ ΤΟΝ ΤΟΠΟ

Ήταν ένα χειμωνιάτικο πρωινό του Φλεβάρη, όταν ανοίγοντας τα μάτια μου αντίκρισα ένα κατάλευκο τοπίο. Τότε, αποφάσισα να πάρω τη φωτογραφική μου μηχανή και να κάνω μια βόλτα στο χωριό, για να απαθανατίσω τις λευκές αυτές στιγμές. Λίγη ώρα αργότερα περπατούσα μαζί με τους φίλους μου στα σοκάκια της Μεσορόπης.
Παρόλο που τόσες φορές είχα κάνει αμέτρητες βόλτες στο χωριό, εκείνη τη μέρα αισθανόμουν διαφορετικά. Το χιόνι που είχε καλύψει τα πάντα, έδινε άλλη μορφή στα σπίτια, στα χαλάσματα, στις παλιές πόρτες και τις γειτονιές. Κάπως, έτσι βρέθηκα να ταξιδεύω στον ίδιο μου τον τόπο.
Θα μου πείτε τι ταξίδι ήταν αυτό, αφού δε χρειάστηκε να ανέβω στο αυτοκίνητο και να οδηγήσω μίλια μακριά για να δω έναν καινούργιο τόπο. Στα δικά μου μάτια ο τόπος μου εκείνη τη μέρα έμοιαζε αλλιώτικος, ένιωθα ότι τον έβλεπα για πρώτη φορά, γιατί ταξίδευα με τα μάτια της ψυχής.
Έβλεπα τα δέντρα και τους θάμνους με άλλα μάτια, καθένα μου φαινόταν καινούργιο. Έβλεπα τα παγωμένα πουλάκια να πετάνε και να προσγειώνονται στα κλαριά και από πάνω το χιόνι να τα σκεπάζει σαν πέπλο. Παρατηρούσα βήμα βήμα το καθετί, τα σπίτια, το δρόμο, τα τρεχούμενα νερά, τους ανθρώπους, όλα τους τόσο γνώριμα και συνάμα τόσο διαφορετικά. Όλα ντυμένα στα λευκά, ανέδυαν μια ηρεμία, μια γαλήνη πρωτόγνωρη.
Νομίζω ότι όσες φορές κι αν ξαναβγώ βόλτα στο χωριό μου, ποτέ δε θα ‘ναι σαν κι αυτή. Εκείνη την ημέρα ταξίδεψα με τα μάτια μου σ’ ‘έναν άλλον τόπο, κι ας ήταν ο ίδιος μου ο τόπος!

ΧΙΟΝΙΣΕ ΚΑΙ ΠΑΛΙ 22-2-2009


Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2009

Παροιμίες της Μεσορόπης


Η γίδα άμα θέλει να δαρθεί, στου κουντουρούπο του τσομπάνη ξεται.


Ξάπλα το φεγγάρ', όρθιος ο καραβοκύρ'ς.


Ξιπάσκαν τα μάνταλα, ξιπάσκαν κι οι μανταλίνες.


Λάτρευι τη κουρ'να, να σι βγάλει τα μάτια.


Όλνοι ράβουν γούνες, μα τα μαλλιά 'μποδίζουν.


Κλωτσούν τ' άλογα, κλωτσούν κι οι βαθρακοί.

Δίστιχο της Μεσορόπης



Πέτασι μια περιστέρα,

πήγι κι έκατσι κει πέρα!

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΜΕΣΟΡΟΠΗΣ


ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΜΕΣΟΡΟΠΗΣ

Όλες οι βέργες είναι ‘δω,
Γιαννακ’ Μαργιώ δεν είνι ‘δω,
πήγε στη βρύση για νερό,
πάγω κι εγώ να καρτερώ.

Για να με δώσει κρυό νερό,
κι αν δε με δώσει κρυό νερό,
θα τη τσακίσω το σταμνί,
να πάει στη μάνα τ’ς αδειανή.

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΡΟΠΗΣ


ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΡΟΠΗΣ
Τι είναι;
Άσπρα μαύρα πρόβατα, ξυλιένιος προβατάρ’ς.
Απ. Η κληματαριά με τα σταφύλια
Όρνιθα κανά κανά πάει στου τοίχου κι γεννά.
Απ. Η κολοκυθιά
Πετεινός νυχάτος, νυχοποδαράτος περπατά και κρίνει τη δικαιοσύνη.
Απ. Το καντάρι

Σ’ κωλοπετσίνας το κατσίκ’, κώλο έχει, ουρά δεν έχει.
Απ. Η βελόνα

Χίλιες μίλιες κιρασούδες, όλες σ’ ένα πάπλωμα τυλιγμένες.
Απ. Ρόδι
Χίλιες μίλιες κιρασούδες, όλες ανάσκελα κατ’ρούν.
Απ. Τα κεραμίδια
Ψηλός, ψηλός καλόγερος, ψηλός καλαμαντάρ’ς.
Απ. Ο καπνός της φωτιάς