Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

Θέλω να χτίσω ένα σπιτάκι...

ΘΕΛΩ ΝΑ ΧΤΙΣΩ ΕΝΑ ΣΠΙΤΑΚΙ 
(ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ)

Θέλω νὰ χτίσω ἕνα σπιτάκι
στὴ μοναξιὰ καὶ στὴ σιωπή. 
Ξέρω μιὰ πράσινη ραχούλα... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ξέρω στὴ χώρα τὴ μεγάλη
τὸν πλούσιο δρόμο τὸν πλατύ, 
μὲ τὰ παλάτια καὶ τοὺς κήπους... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ξέρω τὸ πρόσχαρο ἀκρογιάλι, 
ὅλο τὸ κῦμα τὸ φιλεῖ, 
κρινόσπαρτη εἶναι ἡ ἀμμουδιά του... 
Δὲ θὰ τὸ χτίσω ἐκεῖ.

Ἀτέλειωτη τραβάει μιὰ στράτα, 
σκίζει μιὰ χέρσα ἁπλοχωριά, 
σκληρὰ τὴ δέρνει τὸ ἀγριοκαίρι
κι ὁ λίβας τὴ χτυπᾶ.

Μιὰ στράτα χιλιοπατημένη, 
τὸν καβαλλάρη νηστικό, 
τὸν πεζοδρόμο διψασμένο
θάφτει στὸν κουρνιαχτό.

Ἐκεῖ τὸ σπίτι μου θὰ χτίσω
μὲ μιὰ βρυσούλα στὴν αὐλή, 
πάντα ἡ γωνιά του θὰ καπνίζει
κι ἡ θύρα του θἆναι ἀνοιχτή.



Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Τι σημαίνει Μεσορόπη για σένα...

Σε πρόχειρη έρευνα που διεξήχθη μέσω σελίδας κοινωνικής δικτύωσης στο ερώτημα: Τι σημαίνει για σένα με τρεις λέξεις Μεσορόπη... Δόθηκαν οι εξής απαντήσεις:

Ξεγνοιασιά, διακοπές, παιδί-παιχνίδι

...Όμορφη και παράξενη Πατρίδα.

Μεσοχώρι, Κλωθώρης, Καστανιές

Καστανιές, Μπειλίκι, Νεβριός

Μακεδονία, Παγγαίο,και ανθρώπους αληθινούς!!!!

Καστανιές , αναμνήσεις , φύση και ανθρωπιά

Φύση, ομορφιά, ξεγνοιασιά

Μπάσκετ, καλοκαίρι, δροσιά

Φύση,ηρεμία,σπίτι!!

Ο τόπος μου

Γλυκιές αναμνήσεις μιας εφηβικής ζωής

Λουλουδάτη μυρωδιά, Πάσχα, πατρικό

Μυρωδιά βουνού, μπουφάν το καλοκαίρι, αστέρια στον χειμωνιάτικο ουρανό. (το πέρασα το όριο των 3 λέξεων!

Μια μαγευτική τοποθεσία

Παράδεισος - καταφύγιο - ομορφιά!

Οικογένεια , ζεστασιά, βουνό

Φύση, δροσιά, ηρεμία

Για μένα Μεσορόπη ειναι το 2ο μου σπίτι η καταγωγή μου, οι φίλοι μου και το μέρος, όπου είμαι χαρούμενος με άτομα που αγαπώ! Δύσκολο με τρεις λέξεις μόνο...

Σπίτι μου, χαλάρωση , ξεκούραση!!!

Ηρεμία, ρίγανη, νερό

Νοσταλγία, ομορφιά,οι άνθρωποι!!!!!!!!!!!!!!

Σπίτι, πατρίδα, ρίζες!!!!!!!

Παράδεισος επί γης...

Φύση, παράδοση φιλοξενία

Μεσορόπη είναι ομορφιά,ηρεμία,ξεκούραση.Είναι πολλά περισσότερα βέβαια!


Σας ευχαριστώ όλους εσάς που μπήκατε στο κόπο να απαντήσετε!!!

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Η ζωή στο χωριό...




Η ζωή στο χωριό
     Η γενιά μας είναι η γενιά της πόλης. Οι παππούδες ήρθαν στην πόλη, ο άνδρας έγινε δημόσιος υπάλληλος και η γυναίκα νοικοκυρά. Με ένα μισθό, ζούσαν σε μια μονοκατοικία ή ένα διαμέρισμα και τους έφτανε. Και ήταν μοντέρνοι, ήταν προοδευτικοί όσοι το έκαναν και παρατούσαν τη ζωή στο χωριό για να ζήσουν δίπλα σε καταστήματα, τσιμέντο και αυτοκίνητα. Τότε ακόμα, υπήρχε πράσινο στις πόλεις.
    Τώρα, πρέπει να δουλεύουν και οι δύο γονείς. Και έχουμε καταπιεί πολύ καυσαέριο στις πόλεις από παιδιά. Όσοι είχαν χωριά και τρεις μήνες το καλοκαίρι ξέφευγαν εκεί, είναι τυχεροί. Όσοι έχουν ευάερα σπίτια, όχι σφηνωμένα σε πλάκες τσιμέντου και μπαλκόνια γειτόνων, είναι επίσης τυχεροί. Αλλά, γιατί ήρθαμε όλοι εδώ; Πόσους χωρούν οι ελληνικές πόλεις;
   Η απόφαση να ξαναγυρίσουμε σε χωριάτικο τρόπο ζωής, έστω κι αν δεν είναι απαραίτητα αγροτικός, είναι δύσκολη. Θα πρέπει να αλλάξουμε πολλά μικρά πράγματα που δεν έχουμε καν σκεφτεί. Δηλαδή, το μυαλό φτάνει μόνο σε μεγάλες και κραυγαλέες διαφορές, όπως ότι αποχωριζόμαστε την οικογένεια, τους φίλους, τις εξόδους και την τρέλα της πόλης. Με πόση ηρεμία αρκείται ο καθένας;
  Από την άλλη, γιατί θα πρέπει να γκρινιάζουμε με την πολλή ηρεμία, όταν οι φρενήρεις ρυθμοί πια δεν παλεύονται και οργανικά; Είναι δυνατό να προτιμά κάποιος τα παιδιά του να μεγαλώσουν σε διαμέρισμα από ό,τι σε μια μονοκατοικία με κήπο, άπλα, πράσινο, φίλους, επαφή με φύση και ζώα, σε μια μικρή κοινωνία με λιγότερο φόβο; Γιατί στο εξωτερικό, που έχουν ποιότητα ζωής, όλοι ζουν σε όμορφα σπίτια, με δέντρα, κήπους και ζώα και αντέχουν την ηρεμία και μεγαλώνουν όμορφες οικογένειες;

Ο φόβος για τη μεγάλη αλλαγή μπορεί να καθηλώσει γενιές και γενιές σε μια ψυχολογική πίεση χωρίς τέλος...





Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Μεσορόπη, Παροιμία της εβδομάδας 4


Έναν δεν τον ήθελαν στο χωριό του και αυτός ήθελε στου παπά το σπίτι!

Χωριό μου, χωριουδάκι μου


Xωριό μου, χωριουδάκι μου   (1950)

Μ. Τραϊφόρος       I. Ριτσιάρδης

Τα πλούτη αυτά και τα καλά τι να τα κάνω;
Εγώ αδέρφια μου μερόνυχτα ποθώ
λίγο θυμάρι να μυρίσω κι ας πεθάνω,
σε μια ψηλή κορφή ν' ανέβω κι ας χαθώ.
Ψηλά στις στάνες στα λιοτρίβια και στ' αλώνια
και στου χωριού μου τις πλαγιές και τους γκρεμούς,
εκεί η ψυχή μου ανηφορίζει από χρόνια
και η φωνή μου τραγουδάει με λυγμούς

Χωριό μου, χωριουδάκι μου
και πατρικό σπιτάκι μου,
στη σκέψη μου σας φέρνω νύχτα-μέρα
εδώ στα ξένα πέρα.
Κι άλλο δεν θέλω απ' τη ζωή
δεν θέλω τίποτ’ άλλο να μου δώσει
παρά να μ' αξιώσει
να ξαναδώ κάποιο πρωί
το πατρικό σπιτάκι μου
και το φτωχό το χωριουδάκι μου.

Πότε θαρθεί, πότε θα ‘ρθει η άγια μέρα,
που θε ν' ακούσω της φλογέρας το σκοπό,
και θ' αγκαλιάσω τη γριούλα μου μητέρα
και με το γέρο μου θα κάτσω να τα πιω.
Να ιδω τ' αδέρφια μου, να ιδω τις αδερφές μου
και μιαν αγάπη μου παλιά που ακόμα ζει.
Να ξαναβρώ τις παιδικές τις συντροφιές μου
και να τα πούμε και να κλάψουμε μαζί.